Ακόμα δεν έχει γίνει η πλήρης χαρτογράφηση του γενετικού μας κώδικα και καθημερινά οι ερευνητές ανακαλύπτουν νέους πολυμορφισμούς που συσχετίζονται με την εμφάνιση της παχυσαρκίας, του υψηλού ΔΜΣ, του αυξημένου λιπώδους ιστού, την ακατάσχετη όρεξη ή την παντελή έλλειψη κορεσμού.
Ωστόσο, με τη συνεργασία μοριακών βιολόγων, γενετιστών και διατροφολόγων-που εξειδικεύονται στο μοριακή διατροφή, έχοντας γενετικό δείγμα ασθενούς (π.χ. σάλιο) μπορεί να ανιχνευθούν πολυμορφισμοί που σχετίζονται με γνωστά γονίδια παχυσαρκίας ή νόσων και με την κατάλληλη διατροφή (βασισμένη στο γενετικό προφίλ του ασθενούς) μπορεί συγκεκριμένα τρόφιμα να ασκήσουν μεγαλύτερη επίδραση στον οργανισμό ή όχι, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση των νόσων και θεραπεύοντάς τες.
Αν κι είναι γνωστό στην επιστημονική κοινότητα, πως τα γονίδια μας καθορίζουν μόλις το 45% και το υπόλοιπο 55% βασίζεται σε επιγενετικές τροποποιήσεις:
- ύπνος
- διατροφή
- άσκηση
- αλκοόλ
- κάπνισμα
- άγχος/στρες
- ηχορύπανση
- εμβόλια
- πρόσβαση σε καθαρό νερό, κλπ.
μπορούμε με αυτή τη γνώση ένα «κακό γονίδιο» να το καταστήσουμε αδρανές ή να επιβραδύνουμε την εμφάνισή του κι αντίστοιχα ένα «καλό γονίδιο» να παρατείνουμε τις δυνατότητες ή την προστατευτική του δράση.